Το περιοδικό «Σύγχρονη Οπτική» φιλοξενεί άλλη μία σημαντική αποκλειστική συνέντευξη, αυτή τη φορά με τη Δρ Kate Gifford, διεθνώς αναγνωρισμένη κλινική οπτομέτρη και εκπαιδεύτρια σε ιδιωτικό ιατρείο στο Κουίνσλαντ της Αυστραλίας. Στην ερώτησή μας τι ήταν αυτό που την ενέπνευσε να ασχοληθεί με την Οπτομετρία, απάντησε:
«Δεν είχα μεγάλη εμπειρία στην oπτομετρία ως παιδί και έκανα την πρώτη μου οφθαλμολογική εξέταση στην ηλικία των 16 ετών. Έμαθα για την οπτομετρία σε μια έκθεση του Πανεπιστημίου και στη συνέχεια πέρασα χρόνο με έναν οπτομέτρη στην πόλη μου, ο οποίος με ενθάρρυνε και με ενέπνευσε τόσο στις κλινικές όσο και στις ηγετικές πτυχές του επαγγέλματος».
Αυτά στην Αυστραλία...
Στην Ελλάδα, πέρσι, μόλις 5 φοιτητές επέλεξαν το τμήμα Οπτικής-Οπτομετρίας, ενώ φέτος είχαμε 100% αύξηση, φθάνοντας τους 10 φοιτητές! Αν αυτοί οι αριθμοί δεν αποκαλύπτουν τάση σαφούς υποβάθμισης του συγκεκριμένου επιστημονικού πεδίου στη χώρα μας, τότε τι άλλο μπορούν να δείχνουν;
Όμως το κυριότερο ερώτημα είναι άλλο: Ποιους εξυπηρετεί η συγκεκριμένη υποβάθμιση; Πάντως όχι όσους οραματίζονται τον σύγχρονο Οπτικό και Οπτομέτρη ως επιστήμονα και όχι ως έναν ακόμη καταστηματάρχη. Σίγουρα όχι όσους μοχθούν να ανοίξουν τους ορίζοντες της ελληνικής Οπτικής και Οπτομετρίας, δημιουργώντας κίνητρα και προϋποθέσεις προκειμένου να επιτευχθεί η ώσμωση με τα συμβαίνοντα στο παγκόσμιο οπτικό στερέωμα, που αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για να ξεφύγει ο κλάδος από τα δεσμά της στασιμότητας και της απαξίωσης.
Ωστόσο είναι λίγοι. Και, με τους προαναφερόμενους ρυθμούς ανανέωσης του επιστημονικού δυναμικού, θα γίνονται όλο και λιγότεροι τα επόμενα χρόνια. Εκτός κι αν τα παραπάνω ψυχρά νούμερα θερμάνουν το πείσμα όσων ακόμη ονειρεύονται ένα άλλο αύριο για τον κλάδο και πάρουν, επιτέλους, πρωτοβουλίες...
Θάνος Σταθόπουλος - Διευθυντής Σύνταξης